Φαρμακευτικός Κόσμος, Τεύχος #172

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ / ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ 80 Ομολογώ ότι όταν μου ζητήθηκε να γράψω χίλιες λέξεις για την ταπεινότητά μου, το πρώτο που μου πέρασε από το νου ήταν να στείλω μια φωτογραφία. Αν μη τι άλλο, θα δικαίωνα και την πασίγνωστη έκφραση: «Μια εικόνα... χίλιες λέξεις!». Αλίμονο, δεν έχω φωτογένεια! Κι εκτός αυτού, θα ήταν δύσκολο να συμπεριλάβω σε μια και μόνη εικόνα τις ιδιότητες που θεραπεύω (βλ. υπηρετώ) και με θεραπεύουν (βλ. γιατρεύουν). Ας τα πάρουμε όμως απ’ την αρχή. Πολύ αρχή μιλάμε, μιας και γεννήθηκα το –ελάχιστα σωτήριο– έτος 1971. Στην προεφηβεία λοιπόν, που συνέπεσε με τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, προγραμμάτιζα να γίνω κάτι σαν στρατηγός, δάσκαλος ή οδοντίατρος. Οι προγραμματισμοί, για καλή μου τύχη, απέτυχαν. Αντί για Οδοντιατρική, τέλειωσα τη Φαρμακευτική της Αθήνας το 1998, χάνοντας για πάντα την ευκαιρία να φροντίζω τζάμπα τα δόντια μου. Αντί για δάσκαλος, έμεινα για πάντα μαθητής και εραστής των βιβλίων, κάτι όμως που κατέληξε στη συγγραφή μυθιστορημάτων. Και τέλος, αντί για γαλονάς που διοικεί συντάγματα, κατάντησα master του σκακιού, περιορίζοντας τα στρατεύματά μου σε εξήντα τέσσερα τετράγωνα. Και τις τρεις αυτές μου ιδιότητες τις αγάπησα και εξακολουθώ να τις αγαπώ βαθιά και με πάθος. Αμέσως μετά το στρατιωτικό (1998), άνοιξα φαρμακείο στη γενέτειρά μου, το Μεγανήσι, ένα μικρό νησί δίπλα στη Λευκάδα. Μετά από 20 χρόνια πίσω από τον πάγκο, εξακολουθώ να παραμένω ο μοναδικός φαρμακοποιός του νησιού, με όλα τα θετικά και αρνητικά που απορρέουν από κάτι τέτοιο. Από το να σου πληρώνουν τις συμμετοχές με ψάρια ή αυγά, μέχρι να σε ξυπνάνε στις τρεις το πρωί για το «χάπι της επόμενης μέρας» (κι εσύ –με την νυχτικιά, το διχτάκι στο κεφάλι και το κερί στο χέρι– να τους εξηγείς υπομονετικά τους λόγους για τους οποίους το χάπι ονομάστηκε έτσι ακριβώς). Χωρίς αστεία όμως, η φαρμακευτική σού προσφέρει την ικανοποίηση της δυνατότητας της ίασης, κάτι πραγματικά ανεκτίμητο. Και σε... θρέφει, εξίσου ανεκτίμητο. Τα βιβλία τα ερωτεύτηκα από τα μικράτα μου. Ήταν αυτά που πλάταιναν τους στενούς ορίζοντες του νησιού μου, που άνοιγαν νέα κανάλια στην επαρχιώτικη σκέψη μου! Εκείνη την εποχή ήταν δυσεύρετα, δεν υπήρχαν βιβλιοπωλεία στο νησί, μόνο μια δανειστική βιβλιοθήκη στην κοινότητα με μερικές δεκάδες τόμους. Τους ρούφηξα όλους, καθώς κι όποιο άλλο έντυπο είχε την ατυχία να πέσει στα χέρια μου. Η οικογένειά μου ήταν εργατική, φτωχή, ωστόσο καταλάβαινε τη δύναμη και την αξία των βιβλίων και μου αγόραζε από το Φαρμακοποιός, συγγραφέας και σκακιστής Παναγιώτης Κονιδάρης

RkJQdWJsaXNoZXIy MjA0NzY=