Φαρμακευτικός Κόσμος, Τεύχος #165

ΥΓΙΩΣ ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟΙ / ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ 68 κλινικών ερευνών που αφορούν τις θεραπευτικές και τοξικές ιδιότητες των βοτάνων, σε συνεργασία με πανεπιστήμια διεθνούς φήμης. Όσο το ενδιαφέρον του κοινού αυξάνεται για τα παραδοσιακά θεραπευτικά σκευάσματα, τόσο εμφανίζονται μεγαλύτερες ροές στη χρη- ματοδότηση καλά σχεδιασμένων επιστημονικών ερευνών. Στο παρόν άρθρο έχουν επιλεγεί να παρουσιαστούν ορι- σμένα από τα πιο πολλά υποσχόμενα βοτανικά φάρμακα- συμπληρώματα. Η αλόη η γνήσια (aloe vera) έχει χρησιμοποιηθεί εκτενώς στην αρχαία Ελλάδα και περιγράφεται λεπτομερώς ως φυτό από τον Διοσκουρίδη. Προοδευτικά, από τα αρχαία χρόνια και κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα στην Ευρώπη, η χρήση της γενικεύτηκε για τη θεραπεία πληγών, γεννητικών ελκών, κοιλιακών προβλημάτων, αλλά και της τριχόπτωσης και των αιμορροΐδων. Με βάση τα δεδομένα που έχουμε από την ιατρική επιστημονική έρευνα, η επίδραση της αλόης στα οργανικά συστήματα του σώματος οφείλεται σε 75 δυνητικά ενεργά συστατικά που έχουν ταυτοποιηθεί στο φυτό, όπως: βιταμίνες, μέταλλα, σακχαρίτες, αμι- νοξέα, ανθρακινόνες, ένζυμα, λιγνίνη, σαπωνίνες, σαλι- κυλικά οξέα, πολυφαινολικές ενώσεις, καροτενοειδή, στε- ροειδή, τερπένια, φυτοστερόλες. Αυτά συντελούν στην καταπολέμηση της δυσκοιλιότητας, των φλεγμονών, του διαβήτη και της δυσλιπιδαιμίας. Η αλόη μπορεί να προκαλέσει σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις, ιδιαίτερα σε άτομα με γνωστή αλλεργία σε φυτά της οικογένειας Liliaceae (π.χ. σκόρδο, κρεμμύδια τουλίπες). Επιπλέον ως ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέ- ρονται: διάρροια, έμετος, ηλεκτρολυτικές διαταραχές, καρδιακή αρρυθμία και σπανιότερα ηπατική βλάβη, νεφρι- κή βλάβη και δυσλειτουργία του θυρεοειδούς. Τέλος, η Aloe vera μπορεί να έχει καρκινογόνα δράση, εάν κατά την επεξεργασία της δεν αφαιρεθούν σωστά τα μέρη του φυτού που είναι πλούσια σε ανθρακινόνες και ορισμένες φαινόλες, ουσίες με καρκινογενετική δράση. Το γαϊδουράγκαθο (Silybum marianum) είναι βότανο που αφθονεί στη Μεσόγειο και έχει χρησιμοποιηθεί θεραπευτικά από αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους για πάνω από 2.000 χρόνια, κυρίως για διαταραχές του πεπτικού συστήματος, του ήπατος και της χοληδόχου κύστης. Η δραστική ουσία στο βότανο, η σιλυμαρίνη, είναι μείγμα από φλαβονοκιγκάνες (flavonolignans), σιλυβίνες (silybins), ισοσυλιβίνες Α και Β (isosilybin A, B), σιλυχριστίνη (silychris- tin), σιλυδιανίνη (silydianin), ταξιφολίνη (taxifolin). Εργαστηριακές μελέτες δείχνουν ότι η σιλυμαρίνη σταθεροποιεί τις κυτταρικές μεμβράνες, ενεργοποιεί αποτοξινωτικές διαδικασίες στο σώμα, προάγει την αναγέννηση του ήπατος, αναστέλλει την ανάπτυξη ορισμένων καρκινικών κυττάρων, αυξάνει την απο- τελεσματικότητα και αμβλύνει τις παρενέργειες ορι- σμένων παραγόντων χημειοθεραπείας. Στις παρενέργειές του συγκαταλέγονται η διάρροια, τα στομαχικά προβλήματα, οι αλλεργίες, τα αυξημένα ηπατικά ένζυμα, ο ίλιγγος, η κεφαλαλγία, η καρδιακή προσβολή, το αίσθημα καύσου, η υψηλή χολερυθρίνη (τοξική ουσία) στο αίμα, η αυξημένη κρεατινίνη, η αυξημένη γαλακτική αφυδρογονάση, η αϋπνία, η ευερεθιστότητα, ο κνησμός, ο πόνος στις αρθρώσεις, η ηπατική βλάβη, η απώλεια της όρεξης, η ναυτία και η σεξουαλική δυσλειτουργία. 

RkJQdWJsaXNoZXIy MjA0NzY=