Αν και ο όρος ψυχογενής βουλιµία δεν µας είναι άγνωστος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει προκαλέσει τα τελευταία χρόνια, καθώς σχετίζεται άµεσα µε τη γενικότερη ευαισθητοποίηση του κοινού για τη ψυχολογική διάσταση των διαταραχών που αφορούν στη διατροφή. Αν αναζητήσουµε την ετυµολογία του, η δεύτερη λέξη του όρου (βουλιµία) προέρχεται από τη σύνθεση των αρχαίων ελληνικών λέξεων βους (βόδι) και λιµός (πείνα), µια σύνθετη λέξη που χαρακτηρίζει την υπερβολική κατανάλωση φαγητού κατά τη διάρκεια των «βουλιµικών επεισοδίων». Η ονοµασία «ψυχογενής βουλιµία» επικράτησε έναντι του απλού όρου «βουλιµία», επειδή ο όρος αυτός δηλώνει µια συµπεριφορά λήψης τροφής, σε αντίθεση µε τον όρο«ψυχογενής βουλιµία» που υπονοεί µια ψυχοπαθολογική κατάσταση.
Κλινικά Χαρακτηριστικά
Τα βασικά χαρακτηριστικά της ψυχογενούς βουλιµίας (DSM-IV-TR) είναι τα εξής:
-
Επανειληµµένα επεισόδια υπερβολικής λήψης τροφής, στη διάρκεια των οποίων το άτοµο αισθάνεται ότι έχει χάσει τον έλεγχο.
-
Λήψη αντισταθµιστικών µέτρων για την εξουδετέρωση της κατάχρησης τροφής και υγρών όπως αυστηρή δίαιτα / νηστεία, δισκία διαίτης, υπέρµετρη σωµατική άσκηση, πρόκληση εµέτου, καθαρτικά, διουρητικά.
-
Υπερβολική ενασχόληση µε το βάρος και το σχήµα του σώµατος.
-
Τα επεισόδια υπερφαγίας και η ακατάλληλη αντισταθµιστική συµπεριφορά συµβαίνουν κατά µέσο όρο τουλάχιστον δύο φορές την εβδοµάδα για 3 µήνες.
-
Η διαταραχή δεν συµβαίνει αποκλειστικά κατά τη διάρκεια επεισοδίων Ψυχογενούς Ανορεξίας.
Οι τύποι της ψυχογενούς βουλιµίας
Διακρίνουµε δύο επιµέρους τύπους ψυχογενούς βουλιµίας: τον καθαρτικό και τον µη-καθαρτικό τύπο. Στον καθαρτικό τύπο, κατά τη διάρκεια του επεισοδίου υπερφαγίας, το άτοµο εµπλέκεται συστηµατικά σε καθαρτικές συµπεριφορές π.χ. σε πρόκληση εµέτου ή στην κακή χρήση καθαρτικών, διουρητικών ή ενεµάτων. Στον µη-καθαρτικό τύπο, το άτοµο χρησιµοποιεί άλλες αντισταθµιστικές συµπεριφορές όπως νηστεία ή υπερβολική άσκηση, συµπεριφορές που εµφανίζουν πολλά άτοµα που προσπαθούν να χάσουν βάρος, χωρίς να πάσχουν από κάποια διαταραχή διατροφής. Στην περίπτωση αυτή όµως, η ένταση και η διάρκεια της άσκησης και της δίαιτας είναι έξω από τα φυσιολογικά όρια.
Επιδηµιολογικά Στοιχεία
Σε επιδηµιολογικό επίπεδο, υπολογίζεται ότι πάνω από το 90% των βουλιµικών ατόµων είναι γυναίκες. Ο επιπολασµός της διαταραχής σε εφήβους και σε νεαρές γυναίκες είναι της τάξης του 1% - 3%, ενώ η αναλογία ανδρών - γυναικών 1:10. Η συνήθης ηλικία έναρξης της διαταραχής εντοπίζεται στο διάστηµα από 16 έως 18 ετών και η πορεία της µπορεί να είναι χρόνια ή διαλείπουσα. Τυπικά, τα βουλιµικά άτοµα έχουν φυσιολογικό σωµατικό βάρος, στοιχείο σηµαντικό που τα διαφοροποιεί από τα άτοµα που πάσχουν από ψυχογενή ανορεξία.
Τι σηµαίνει να πάσχει κάποιος από ψυχογενή βουλιµία
Η ψυχογενής βουλιµία έχει σηµαντικές σωµατικές, ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις στη ζωή των πασχόντων ατόµων. Οι συχνοί έµετοι και οι διάρροιες από τη λήψη καθαρτικών προκαλούν µεταβολές στην οξεοβασική ισορροπία (µεταβολική αλκάλωση) αλλά και ηλεκτρολυτικές διαταραχές (υποκαλιαιµία), οι οποίες δυνητικά είναι επικίνδυνες για τον οργανισµό. Επιπλέον, οι προκλητοί έµετοι µπορούν να δηµιουργήσουν φθορά στην αδαµαντίνη των δοντιών, διόγκωση των σιελογόνων αδένων, όζους στη ραχιαία επιφάνεια των χεριών, οισοφαγική ρήξη, διαταραχές του πεπτικού συστήµατος και καρδιακές αρρυθµίες, µε κίνδυνο ακόµη και το θάνατο. Επίσης, στις βουλιµικές γυναίκες µπορεί να εµφανιστούν διαταραχές στην έµµηνο ρύση ή και αµηνόρροια.
Όσον αφορά στις ψυχολογικές επιπτώσεις, παρατηρείται αυξηµένη συχνότητα καταθλιπτικών συµπτωµάτων (π.χ. ενοχές, χαµηλή αυτοεκτίµηση), καθώς και αίσθηµα ντροπής, αδυναµίας ελέγχου και θυµού. Τέλος, το άτοµο µε ψυχογενή βουλιµία εµφανίζει κοινωνική απόσυρση και αποµόνωση, στοιχεία που παρεµποδίζουν σηµαντικά τη λειτουργικότητά του.
Πολλαπλές οι αιτίες κατά το βιοψυχοκοινωνικό µοντέλο
Η αιτιοπαθογένεια της βουλιµίας δε στηρίζεται σε µια ενιαία θεωρία. Σύµφωνα µε το βιοψυχοκοινωνικό µοντέλο, τα αίτια είναι πολλαπλά. Βιολογικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες φαίνεται να παίζουν σηµαντικό ρόλο στην εκδήλωση της ψυχογενούς βουλιµίας, µε τον καθένα να λειτουργεί ξεχωριστά και ως παράγοντας προδιάθεσης, πυροδότησης και διαιώνισης. Πιο συγκεκριµένα, γενετικοί παράγοντες, οικογένεια (απόµακρη µητέρα, συναισθηµατική παραµέληση), η δυτική νοοτροπία µε έµφαση στην εικόνα και το σχήµα του σώµατος, αλλά και κάποια χαρακτηριστικά προσωπικότητας (χαµηλή αυτοεκτίµηση, επιθετικότητα προς τον εαυτό), αποτελούν µερικές από τις αιτίες εµφάνισης και διαιώνισης της νόσου. Επίσης, προβλήµατα της εφηβείας, ιστορικό παχυσαρκίας, εντατικές δίαιτες, αλλά και η ύπαρξη κάποιου ψυχοπιεστικού γεγονότος (π.χ. απώλεια, πένθος, κακοποίηση), συγκαταλέγονται µεταξύ των κυριοτέρων αιτιοπαθογενετικών παραγόντων της ψυχογενούς βουλιµίας (βλ. παρακάτω πίνακα).
Ψυχοθεραπευτική παρέµβαση και αντιµετώπιση: σπάζοντας το φαύλο κύκλο…
Οι στόχοι της θεραπείας στη ψυχογενή βουλιµία είναι να διερευνηθούν τα αίτια και το ψυχολογικό υπόστρωµα της διαταραχής, καθώς και να διακοπεί ο φαύλος κύκλος υπερφαγίας-καθαρτικής συµπεριφοράς που χαρακτηρίζει τα βουλιµικά άτοµα (βλ. παρακάτω σχήµα).
Η γνωσιακή-συµπεριφοριστική ψυχοθεραπεία αποτελεί µια από τις θεραπείες εκλογής για την αντιµετώπιση της ψυχογενούς βουλιµίας. Βασικές αρχές της γνωσιακής επέµβασης είναι η αναγνώριση σκέψεων, συναισθηµάτων και συµπεριφορών, καθώς και η αναγνώριση της αλληλεξάρτησης τους. Οι στόχοι της συγκεκριµένης θεραπείας επικεντρώνονται στην αλλαγή των διατροφικών συνηθειών του ασθενούς και στην αναγνώριση και τροποποίηση των δυσλειτουργικών πεποιθήσεων που αφορούν στο βάρος και στο σχήµα του σώµατος, καθώς και των διασυνδέσεων τους µε προσωπικές αξίες (π.χ. αυτοεκτίµηση). Τέλος, είναι πολύ σηµαντικό ο/η ασθενής να καταλάβει πως ο στόχος της προσπάθειάς του δεν είναι η επίτευξη της «τέλειας» συµπεριφοράς και του «τέλειου» ελέγχου, αλλά η επίτευξη της «σχετικότητας» και της παραδοχής ότι κάθε άτοµο, κατά καιρούς, είναι δυνατόν να εκδηλώνει µια λαιµαργική συµπεριφορά.