Ερευνητές από το Wilhelmina Children’s Hospital του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου της Ουτρέχτης, έδειξαν ότι η υδροκορτιζόνη ενδεχομένως να αποτελεί καλύτερη εναλλακτική λύση για την πρόληψη της πνευμονοπάθειας των πρόωρων μωρών.
Σύμφωνα με την ερευνήτρια Δρ. Karina Kersbergen και τον παιδίατρο-νεογνολόγο Δρ. Benders Manon, η χρήση υδροκορτιζόνης έχει λιγότερες αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη του εγκεφάλου από τη δεξαμεθαζόνη, η οποία χρησιμοποιείται συχνά για τη θεραπεία της πνευμονοπάθειας στα πρόωρα νεογνά.
Στη μελέτη τους, που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Pediatrics», 73 πρόωρα βρέφη με ανεπαρκώς ανεπτυγμένους πνεύμονες (βρογχοπνευμονική δυσπλασία) που έχριζαν τεχνητής αναπνοής υποβλήθηκαν, κατά μέσο όρο για 22 ημέρες, σε θεραπεία με υδροκορτιζόνη και συγκρίθηκαν με 73 μωρά που δεν υποβλήθηκαν σε θεραπεία. Με την ολοκλήρωση της θεραπείας και περίπου τρεις μήνες μετά από τη γέννηση πραγματοποιήθηκε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου. Οι ερευνητές, μετά από έλεγχο, διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων στον όγκο τόσο του εγκεφάλου όσο και της παρεγκεφαλίδας.
Υπήρχαν μερικοί περιορισμοί στην παρούσα μελέτη, όπως η αναδρομική φύση της. Δεν υπάρχει προς το παρόν καμία γνωστή μακροπρόθεσμη επίπτωση, επειδή τα νήπια είναι ακόμη πολύ μικρά για να ξέρουν οι επιστήμονες πώς θα αποκριθούν μακροπρόθεσμα. Παρ' όλα αυτά μια προηγούμενη μελέτη από τους ίδιους ερευνητές έδειξε μείωση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της υδροκορτιζόνης μετά από τη σύγκριση των δύο θεραπειών.
Η χορήγηση κορτικοστεροειδών αποτελεί θεραπευτική επιλογή στα πρόωρα βρέφη με βλάβη στους πνεύμονες. Είναι γνωστό ότι το συχνά χρησιμοποιούμενο κορτικοστεροειδές δεξαμεθαζόνη προκαλεί 20-30% μείωση του μεγέθους του εγκεφάλου και ότι αυτά τα βρέφη έχουν περισσότερα προβλήματα ανάπτυξης στη μετέπειτα ζωή από ό,τι τα βρέφη που δεν υποβλήθηκαν σε θεραπεία με δεξαμεθαζόνη. Η υδροκορτιζόνη και η δεξαμεθαζόνη είναι κορτικοστεροειδή.
Η διαφορά μεταξύ των παρενεργειών της υδροκορτιζόνης (που βρέθηκαν σ’ αυτή τη μελέτη) και της δεξαμεθαζόνης (σε προηγούμενες μελέτες) μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι οι ουσίες συνδέονται με διαφορετικούς υποδοχείς του εγκεφάλου. Επίσης η υδροκορτιζόνη μεταβολίζεται στον εγκέφαλο γρηγορότερα από ό,τι η δεξαμεθαζόνη, και μπορεί να χορηγηθεί σε μικρότερες δόσεις. Ως εκ τούτου, υπάρχει μικρότερος κίνδυνος έκθεσης του εγκεφαλικού ιστού σε πολύ υψηλή δόση.
Πηγή: iatronet.gr