Ένας επιχειρηματικός κλάδος -όπως η φαρμακοβιομηχανία- διεθνώς αναπτυσσόμενος και απόλυτα αναγκαίος για την ανθρώπινη κοινωνία όσο και να κλονιστεί, οφείλει να αντέξει. Φυσικά είναι αναγκασμένος να μετεξελιχθεί και το οικονομικό του προφίλ αλλάζει. Το κίνητρο ωστόσο που θα αποτελέσει το «οξυγόνο» για τις φαρμακευτικές εταιρείες και ουσιαστικά το λόγο ύπαρξής τους δεν είναι άλλο από την κυκλοφορία νέων φαρμάκων, διότι εάν υπάρξουν περαιτέρω καθυστερήσεις, αυτό θα δημιουργήσει νέα συρρίκνωση. Ήδη, πάνω από 30 μήνες δεν υπάρχει νέο φάρμακο, ενώ επί ένα χρόνο η φιλελεύθερη τρικομματική κυβέρνηση αρνήθηκε να αφήσει να κυκλοφορήσουν νέα καινοτόμα φάρμακα.
Από την άλλη πλευρά, η πολιτική γενοσήμων πρέπει να αναπτύσσεται και θα έπρεπε να είχε ήδη γίνει από χρόνια, ώστε και τα συγκεκριμένα φάρμακα να έχουν πάρει ένα καλύτερο μερίδιο από αυτό που έχουν. Διότι τα μεν γενόσημα υπάρχουν για να μειώνουν τη φαρμακευτική δαπάνη, τα δε καινοτόμα για να βελτιώνουν την ποιότητα ζωής καθώς και για να μειώνουν τις δαπάνες υγείας και ειδικότερα τις νοσοκομειακές.
Αυτό που στοχεύουμε όλοι είναι να παρέχονται αξιοπρεπείς υπηρεσίες υγείας στον Έλληνα πολίτη. Προκειμένου να γίνει πιο στρατηγική δουλειά, είναι απαραίτητο τα κόστη στην υγεία να εξετάζονται σαν συγκοινωνούντα δοχεία μεταξύ τους. Πέρα από το φάρμακο, υπάρχουν και άλλα κέντρα όπου πρέπει να εστιάσει η πολιτεία όσον αφορά στις δαπάνες. Κέντρα όπου επιτέλους θα πρέπει να λειτουργήσουν ελεγκτικοί μηχανισμοί ώστε να υπάρχει εξορθολογισμός των δαπανών τους.
Στις παραπάνω διαπιστώσεις καταλήγει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) κ. Κωνσταντίνος Φρουζής, στην ειδική έκδοση του Κέρδους για την Υγεία. Σε μία συνέντευξη για τις τελευταίες εξελίξεις στον κλάδο του φαρμάκου, ο πρόεδρος του κορυφαίου οργάνου της φαρμακοβιομηχανίας μιλάει για τις αντοχές των επιχειρήσεων την περίοδο αυτή της παρατεταμένης ύφεσης, για την ανάγκη χάραξης Εθνικού Σχεδίου Δράσης για το φάρμακο, καθώς και τη δημιουργία Επιτροπής Παρακολούθησης της φαρμακευτικής δαπάνης, ενώ προτείνει τις προτάσεις του τόσο στο νέο υπουργό Υγείας όσο και στο νέο πρόεδρο του ΕΟΠΥΥ. Στον πρώτο συστήνει να γίνει πιο στρατηγική δουλειά και να λειτουργήσουν ελεγκτικοί μηχανισμοί, ώστε να υπάρχει εξορθολογισμός των δαπανών τους, ενώ στον δεύτερο στέλνει το μήνυμα να καταφέρει να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του Οργανισμού απαιτώντας μια καλύτερη χρηματοδότηση από το Κράτος, προτείνοντας ακόμη να διεκδικήσει έκτακτο φόρο ή να επιβαρύνονται με εισφορά για τον Οργανισμό τα όποια προϊόντα επιδρούν αρνητικά στην υγεία και άρα επιβαρύνουν δυσανάλογα τον προϋπολογισμό του.
Τέλος, αναλύει ενδελεχώς το παράδοξο γιατί τα περίφημα στελέχη της φαρμακοβιομηχανίας δεν έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να πείσουν την εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου Υγείας να χαράξει μια εθνική πολιτική για το φάρμακο.
«Όσο και να προσπαθεί κανείς, χρειάζεται να έχει απέναντι του και ένα σωστό ακροατή, καλό συνομιλητή. […] Όσες φορές κληθήκαμε να συζητήσουμε πάντα πηγαίναμε με συγκεκριμένα και λογικά επιχειρήματα. Δυστυχώς τα δικά μας μηνύματα σπάνια περνούσαν καθώς υπήρχαν λύσεις «προκάτ» που με το πλεονέκτημα της επιβάλλουσας αρχής η πολιτεία εφάρμοζε» ήταν η απάντηση/εξήγησή του και προσθέτει: «Σε κρατικές διοικητικές ομάδες που δεν έχουν μάθει να λειτουργούν με όραμα και πρόβλεψη σε ορίζοντα διετίας (και παραπάνω) δεν μπορείς να μιλάς για σχεδιασμό», ενώ τόνισε ότι «πάντα στις συνεργασίες μας τοποθετούμαστε με οργάνωση και σχέδιο προτάσεων. […] Έχουμε σχεδιασμό αλλά και τη θέληση και γνώση να προάγουμε λύσεις.»
Πηγή: kerdos.gr